Παρασκευή, Οκτωβρίου 30, 2015

ΤΟ ΒΛΕΜΜΑ ΤΟΥ ΠΟΙΗΤΗ



Εντάξει, δεν είναι ότι διαβάζεις. Αρκετοί το θεωρούν καλό. Δεν είναι ότι διαβάζεις τόσο πολύ. Είσαι ελεύθερος να κάνεις τις επιλογές σου. Τότε τι νόημα θα είχαν όλα αυτά τα βιβλία γύρω σου; Εκείνο που με σκοτώνει, είναι το στοχαστικό βλέμμα σου, που κοιτάζει, δήθεν αδιάφορο, δήθεν ενοχλημένο, το φακό. Εμάς δηλαδή. Είναι έμφυτο ή αποτέλεσμα της γνώσης; Παίζει κάποιο ρόλο η ανάγνωση του TLS;

Οι φωτογραφίες του ποιητή Χάρη Βλαβιανού από εδώ
http://fractalart.gr/vlavianos-charis/
   

Τρίτη, Οκτωβρίου 27, 2015

MOEBIUS




Ευτυχώς υπάρχουν, ακόμη, ταινίες που μιλούν για τις σκοτεινές πλευρές της ζωής μέσα από τη σιωπή. Με χορηγό το πάθος των σωμάτων, τα βλέμματα να μελωδούν στη ζοφερή πραγματικότητα, την αργία του λόγου, φτιάχνεται μια αιρετική, υπέροχη ταινία. Ένα έργο τέχνης. 
Η ταινία δεν προβλήθηκε ποτέ στην Ελλάδα. Αλλά για καλή μας τύχη υπάρχει το διαδίκτυο.

Κυριακή, Οκτωβρίου 25, 2015

ΚΡΙΤΙΚΕΣ ΠΑΠΑΡΟΤΡΙΧΕΣ


Ο κριτικός λόγος με την επιτηδευμένη γλώσσα, την αμετροέπεια χαρακτηρισμών, τη χρησιμοποίηση ενός ανέμπνευστου χρηστικού λεξιλογίου, κωδικοποιημένου για τις ανάγκες μιας εφήμερης επαγγελματικής διεκπεραίωσης , αποδυναμώνει το υπό κρίση βιβλίο, δρα αποτρεπτικά για τον αναγνώστη, αλλά στέκεται συνεπής στην κοινοτοπία της κριτικής επικράτειας.
Για να γίνω πιο συγκεκριμένος, ας δούμε τι γράφει ο Νίκος Βατόπουλος στην "Καθημερινή", στις 24.10.2015, για το βιβλίο του Θοδωρή Ρακόπουλου «Νυχτερίδα στην τσέπη».  Παραθέτω ορισμένα αποσπάσματα:
"Το μαύρο και το λευκό συμπλέουν, όπως και ο σαρκασμός με αιφνιδιαστικές εξάρσεις τρυφερότητας, ο γήινος ρεαλισμός με την ψευδαίσθηση σκέψεων και πράξεων, σε ένα βουβό πανδαιμόνιο υπερβολής και εγκράτειας."......“Τα διηγήματά του είναι μικρές ιστορίες, αφηγήματα, παραβολές, παράξενοι αστικοί μύθοι, θραύσματα από μνήμες και ίχνη προσώπων, αλληγορίες για τα έμβια όντα και σπήλαια όπου διασώζεται μία αρχέγονη κατανόηση της ζωής. Ολα αυτά συγκλίνουν σε μία αντίληψη του κόσμου σε λοξά κάτοπτρα ή σε κοιλότητες του χρόνου, σε τεθλασμένες γραμμές ή αντανακλάσεις φωτός. Προοδευτικά, αυτή η αντισυμβατικότητα εξελίσσεται σε μία νέα κανονικότητα, μέσα στην οποία οι ήρωες, τα πρόσωπα, τα ζώα, οι σκιές και οι βουβές γλώσσες νομιμοποιούνται να διεκδικήσουν μία άλλη εκδοχή της ζωής.”
......"Η εικονοποιητική του ικανότητα έλκει ένα μέρος της ευελιξίας της από την ποίηση αλλά η οργάνωσή της σε αστικές παραβολές προϋποθέτει κινηματογραφική γραφή, με την οικονομία όμως ενός ασκητικού βλέμματος. Στις ιστορίες του Θοδωρή Ρακόπουλου, οι ήρωες, άνθρωποι, πτηνά, ζώα, αντικείμενα και οπτασίες, συνδέονται από ένα κώδικα που μοιάζει να οδηγεί σε έναν αυθύπαρκτο κόσμο."
Μετά από αυτά ποιος θα διάβαζε το βιβλίο;





Παρασκευή, Οκτωβρίου 23, 2015

ΜΕΓΑΛΟΤΟΥΙΤ(ΔΙΟΡΘΩΜΕΝΟ)


Η ανάγνωση είναι κατάκτηση του πολιτισμού, της κοινωνικής εξέλιξης. Αναφέρομαι περισσότερο στην ανάγνωση, πέραν της εκπαιδευτικής διαδικασίας, μην πω αντίθετα σ'αυτήν, της λογοτεχνίας και όσων  βιβλίων άμεσα ή έμμεσα αναφέρονται στο λογοτεχνικό είδος. Πρόσβαση σ'αυτήν έχουν μόνο οι αστικές  και μικροαστικές τάξεις στις αναπτυγμένες χώρες. Η ανάγνωση παρουσιάζεται ως αταξική κατάκτηση, λες και το βιβλίο είναι ανεξάρτητο από την παραγωγική βάση, ένα προϊόν που τοποθετείται πέραν του τρόπου παραγωγής. Το λογοτεχνικό βιβλίο ως καταναλωτικό προϊόν, στον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής, ενσωματώνεται και αποτελεί τη βασική παραγωγή πλούτου στην κερδοφορία των μεγάλων εκδοτικών οίκων, απευθυνόμενο σ’ένα κόσμο ταξικό που διαθέτει χρήμα και χρόνο.
Η ανάγνωση λοιπόν ενός βιβλίου είναι καθαρά μια ακόμη ανισότητα, μέσα στις τόσες ανισότητες του καπιταλισμού. Η ανισότητα αυτή γίνεται εντονότερη και πιο ορατή, αν λάβουμε υπόψη μας τις οικονομικές ανισότητες μεταξύ αναπτυγμένων  και υποανάπτυκτων χωρών. Διευρύνεται, μάλιστα, τα τελευταία χρόνια με χώρες οι οποίες μαστίζονται από πολέμους και μετανάστευση. Παίρνει εθνικά χαρακτηριστικά ώστε μπορούμε να μιλάμε για ιμπεριαλιστική πνευματική κυριαρχία.
Διαβάζω, λοιπόν, είναι ένα προνόμιο που αποδεικνύει την οικονομική μου ευμάρεια,  τον οικονομικό μου εφησυχασμό, τον συγκροτημένο και απαραβίαστο ατομικό μου κόσμο. Η αναφορά σ’αυτήν, όποια μορφή κι αν πάρει, ως διαδικασία ή ως αποτέλεσμα, πρέπει να γίνεται με προσοχή και σεβασμό  απέναντι σε όσους δεν έχουν πρόσβαση σ'αυτήν είτε ως επιλογή είτε λόγω κοινωνικών δυσχερειών.



Το έργο "open-book"είναι του Bill Woodrow

Τρίτη, Οκτωβρίου 20, 2015

ΚΑΝΕΙΣ ΔΕΝ ΤΟΝ ΕΜΠΟΔΙΖΕ


Έβαλε το κλειδί στην κλειδαριά και ξεκλείδωσε. Άνοιξε την πόρτα και μπήκε στο σαλόνι. Άναψε τα φώτα, όλα οικεία, όπως τα άφησε. Πήγε στο υπνοδωμάτιο, έβγαλε τα ρούχα του, τα κρέμασε στην κρεμάστρα, έβαλε τις παντόφλες του. Φόρεσε τη φόρμα του για να αισθάνεται άνετα. Πέρασε στο σαλόνι και άνοιξε την τηλεόραση. Κανείς δεν τον εμπόδισε. Γέμισε whisky το old fashioned ποτήρι του, έριξε πάγο αρκετό και χαλάρωσε στην πολυθρόνα. Παρακολούθησε ειδήσεις, χάζεψε ένα σήριαλ, μετά το επόμενο. Κανείς δεν τον εμπόδισε. Έκλεισε την τηλεόραση, πήγε στο μπάνιο, έπλυνε τα δόντια του, γύρισε στο υπνοδωμάτιο, έβγαλε τη φόρμα του και ξάπλωσε. Σκεπάστηκε, μέχρι το ύψος του στήθους, διάβασε τη συνέχεια ενός ενδιαφέροντος μυθιστορήματος. Κανείς δεν τον εμπόδισε. Μετά από λίγο, μισή ώρα περίπου, ο ύπνος βάρυνε τα βλέφαρά του. Άφησε το βιβλίο στο κομοδίνο και γύρισε στη βολική του θέση για να κοιμηθεί. Κανείς δεν τον εμπόδισε. Τόσα χρόνια κανείς δεν τον εμπόδιζε.


Ο πίνακας "A splendid Superior Home" είναι του Howard Arkley

Πέμπτη, Οκτωβρίου 15, 2015

ΤΟ ΝΟΥΜΕΡΟ 56


Σήκωσα τα μάτια και την κοίταξα. Ήταν σκυμμένη πάνω από τον γκισέ την ώρα που μετρούσα τα χρήματα στο μηχάνημα.
- Ορίστε, 500 ευρώ, της είπα, αφήνοντας τα χρήματα, μαζί με το βιβλιάριο, στον πάγκο.
Έβγαλε τα μαύρα γυαλιά Chivancy που φορούσε. Αποκαλύφθηκαν δύο καστανά μάτια, διακριτικά βαμμένα με ρίμελ της Clinique. Οι σακούλες κάτω από τα μάτια προσπαθούσαν να κρυφτούν πίσω από την κρέμα ματιών Idealia Eyes της Vichy, πράγμα το οποίο κατάφερναν με αρκετή επιτυχία, αλλά οι ρυτίδες στο πλάι, παρά την προσπάθεια να δραπετεύσουν, με τη διακριτική βοήθεια και φροντίδα της αντιρυτιδικής κρέμας Le Lift της Chanel, από την κυριαρχία του ορατού κόσμου, άφηναν τα αποτυπώματά τους ακόμα και στο πιο ανυποψίαστο βλέμμα.
-Εσύ; ρώτησα, με τόνο καταφατικό.
-Εγώ, απάντησε.
-Μετά από τόσα χρόνια, συμπέρανα, αφήνοντας τα ουσιώδη ερωτήματα στην άκρη, προς το παρόν.
-Μετά από τόσα χρόνια, συμφώνησε.
Η άκρη ενός πιστολιού  με σημάδευε στο πρόσωπο. Πως δεν το είχα αντιληφθεί; Ή μήπως ήταν απόφαση της τελευταίας στιγμής να μου το παρουσιάσει σαν έκπληξη.
-Τι σημαίνει αυτό; άρχισα τις ουσιαστικές  ερωτήσεις.
- Κάτι που έπρεπε να έχει γίνει πριν από δέκα χρόνια.
Συμφώνησα, αν και δεν ήθελα να συμφωνήσω.
-Υπάρχει πιθανότητα να το ξανασκεφτείς;
-Ποιο;
-Αυτό που σκέφτεσαι να κάνεις.
-Εσύ τι νομίζεις;
- Δεν ξέρω. Νομίζω πως όχι.
-Συμφωνώ μαζί σου.
- Δεν είναι δική μου ευθύνη. Δεν του είπα να φτάσει μέχρι εκεί.
- Μην συνεχίζεις. Δεν ήρθα εδώ να συζητήσουμε.
Πρώτη διάψευση.
- Ναι, αλλά θα πρέπει να ξέρεις.
- Ξέρω.
- Όχι όμως τη δική μου άποψη. Μόνο του Χειλά.
- Μου είναι αρκετή.
- Τον εμπιστεύεσαι;
- Έχω τους λόγους μου.
- Μπορώ να ρωτήσω ποιοι είναι αυτοί ;
- Όχι.
Προσπαθούσα να κερδίσω χρόνο. Λένε ότι κάνει καλό στην εκτόνωση της κατάστασης. Κάνει πιο χαλαρό αυτόν που κρατάει την κατάσταση στα χέρια του. Αυτόν που νομίζει ότι ελέγχει τα πάντα. Τον κάνει ν' αρχίσει να σκέφτεται . Ν' απαλλαγεί από την εμμονή του, αρκετές φορές κι από το όπλο του. Έκανα μια προσπάθεια  να επιβεβαιώσω τις επιστημονικές εκτιμήσεις. Να διαπιστώσω ιδίοις όμμασι το κύρος τους ή την ανεπάρκειά τους. Προσπάθησα να διακρίνω το βλέμμα της. Το όπλο μου έκρυβε τη θέα του προσώπου της. Ήταν, σχεδόν, μπροστά στα μάτια μου. Τα συμπεράσματα των ερευνών αφορούσαν άλλες περιπτώσεις. Δυστυχώς.
-Πάντως δεν ήθελα να σε προδώσω. Να σε εγκαταλείψω καλύτερα, να σε αγνοήσω.
-Ναι; Εντάξει, δεν θα κολλήσουμε στις λέξεις. Τότε γιατί το έκανες αυτό που ονομάζεις εγκατάλειψη, πούλημα το λέω εγώ στη γλώσσα μου.
-Έπρεπε να κρυφτώ. Να μην φανεί ότι είχαμε κάποια σχέση. Αν μας έβλεπαν μαζί, οι υποψίες θα έπεφταν πάνω μου. Παρακολουθούσαν το σπίτι μου, το τηλέφωνό μου, από την πρώτη στιγμή.
-Η αστυνομία έβαλε την υπόθεση στο αρχείο. Ο Βασίλης βρέθηκε νεκρός, η φιλενάδα του καταδικάστηκε για δολοφονία. Κανείς δεν μπορούσε να υποπτευθεί ότι ο ταμίας της τράπεζας είχε κάποια σχέση με την ληστεία, μετά από αυτό που συνέβη.
- Δεν έχεις δίκιο. Με υποπτεύονταν ακόμα και μετά την αντίδρασή μου στη διάρκεια της ληστείας. Είναι περισσότερο έξυπνοι από ό,τι φαίνονται. Τελοσπάντων, μερικοί απ’αυτούς. Ελάχιστοι, αλλά δυστυχώς υπάρχουν. Με ανέκριναν. Προσπάθησαν να συνδέσουν το γεγονός ότι σύχναζα στο «Παπάκι».  Πέρασα αρκετές ώρες στην ασφάλεια.
-Ναι, αλλά σε άφησαν ελεύθερο. Έγινες διευθυντής σε υποκατάστημα τράπεζας. Σε αντάμειψαν για τον ηρωισμό σου, όταν πείστηκαν ότι δεν είχες καμία σχέση με τη ληστεία. Κυνήγησες το δράστη μέχρι να μπει στο αυτοκίνητό του. Ήξερες ότι  στόχος του Βασίλη δεν ήταν να σε πετύχει.  Έκανε αυτό που έπρεπε για να γίνει πιο πιστευτό το σχέδιο. Ήταν μέρος της δουλειάς. Έριξε δυο τρεις πυροβολισμούς για την τιμή των όπλων. Αν ήθελε να σε χτυπήσει θα το έκανε. Όλα ήταν σχεδιασμένα. Το μόνο που δεν μπορούσα να προβλέψω ήταν ο χαρακτήρας σου. Σε είχα ερωτευθεί. Νόμιζα ότι θα ξεφύγω από τη μιζέρια. Έστω κι αν πρόδιδα τον άνθρωπο που με είχε εμπιστευτεί. Εσύ έδωσες τον αριθμό του αυτοκινήτου του στην αστυνομία. Βέβαια ο αριθμός ήταν κλεμμένος, αλλά η αστυνομία όταν βρήκε το αυτοκίνητο, είχε ένα στοιχείο. Έστειλες κάποιον στο διαμέρισμα που κρυβόταν, πριν προλάβει η αστυνομία, να πάρει το μερίδιο σου από τα χρήματα της ληστείας. Ο Βασίλης, όταν έφτασε η αστυνομία ήταν νεκρός. Τα χρήματα της ληστείας δεν βρέθηκαν ποτέ.  Με υποπτεύτηκαν, με κατηγόρησαν και με καταδίκασαν. Δεν είχα άλλοθι. Βρέθηκαν αρκετοί «πρόθυμοι» να καταθέσουν εις βάρος μου. Τη ώρα του φόνου ήμουν στο κρεβάτι μαζί σου. Ποιος θα φανταζόταν ότι μια μπαρόβια θα είχε σχέση μ’έναν ευυπόληπτο πολίτη. Έπρεπε να κρυβόμαστε. Σε προστάτευσα και το πλήρωσα. Μόνο που δεν ανταμείφθηκα. Μια μέρα, μια ώρα φυλακή είναι απάνθρωπο, άδικο για έναν αθώο. Πόσο αν ο χρόνος είναι δέκα χρόνια. Τι νομίζεις ότι πρέπει να κάνει μετά την απελευθέρωσή του; 
Ένα σκίρτημα φάνηκε στην άκρη των χειλιών της. Σαν ένα μικρό έντομο να προσπαθούσε να πετάξει κάτω από το δέρμα της. Περίμενα να συνεχίσει τις ερωτήσεις , αλλά δεν το έκανε.
-Αν θέλεις μπορούμε να συναντηθούμε κάπου αλλού να συζητήσουμε. Σου οφείλω κάποιες εξηγήσεις. Δεν είναι ο κατάλληλος χώρος εδώ, μ’αυτό το σιδερικό να με σημαδεύει.
-Δεν ήρθα για να συζητήσω, διέψευσε δεύτερη φορά τον εαυτό της.
Δεν τόλμησα να ρωτήσω ευθέως το σκοπό της επίσκεψής της. Μην το κάνουμε κωμωδία. Το όπλο που με σημάδευε, τα μαύρα γυαλιά, τα βαμμένα χείλη, το ηλιοκαμένο πρόσωπο, το εφαρμοστό παντελόνι, η μπλούζα της, που ένας από τους ελάχιστους  λόγους που τη φορούσε ήταν να αναδεικνύει τα στήθη της, ο χείμαρρος των μαύρων μεταξένιων μαλλιών της, επιβεβαίωναν αυτό που πλανιόταν στην ατμόσφαιρα, βγαλμένο από  έγχρωμη ταινία φιλμ νουάρ βήτα διαλογής. Ηλίου φαεινότερον. Όλα συνηγορούσαν στη δολοφονία μου.
Σταγόνες ιδρώτα άρχισαν να σχηματίζονται στο πρόσωπό μου. Σε λίγο θα κυλούσαν στις παρειές του προσώπου μου.
-Έχεις τίποτα; με ρώτησε ο συνάδελφος από το διπλανό γκισέ. Φαίνεσαι χλωμός.
-Όχι δεν είναι τίποτα, τον καθησύχασα.
Έριξα το βλέμμα μου στην Μπάρμπαρα. Είχε βάλει ξανά τα γυαλιά στο πρόσωπο της. Ως προς αυτό είχε δείξει μια αλλαγή στάσης. Γεγονός άνευ σημασίας, αν αυτή η αλλαγή δεν επεκτεινόταν στο βασικό χαρακτηριστικό γνώρισμα της. Τα γυαλιά τής έδιναν μια εικόνα μυστηρίου, αλλά αυτό που την χαρακτήριζε ήταν το πιστόλι που με σημάδευε. Αν ήθελε ν’ αλλάξει την εμφάνισή της, έπρεπε να βάλει, αυτοστιγμεί, το όπλο στην τσάντα της. Να επανέλθει στην προτέρα κατάσταση. Όπως ακριβώς ήταν, όταν ο αριθμός 56 στον ηλεκτρονικό πίνακα την καλούσε να πλησιάσει το ταμείο που εργαζόμουν. Η εικασία μου, αν εύλογη και λογική, δεν εισακούστηκε ούτε από αυτήν ούτε από το Θεό που επικαλέστηκα στιγμιαία. Εξακολουθούσε να με σημαδεύει με το πιστόλι.
-Λοιπόν, είπα, για να πω κάτι, να κερδίσω χρόνο. Το δάχτυλό μου ακουμπούσε το κουμπί συναγερμού. Υπολόγιζα στον πανικό που θα της προκαλούσα και στην αναποφασιστικότητά της όταν θα το πατούσα. Αν και το παρελθόν της δεν  συναινούσε σε κάτι τέτοιο. Τέλος πάντων το πάτησα. Αυτή πάτησε κάτι άλλο. Όπως αποδείχτηκε ήταν η σκανδάλη.



Ο πίνακας "Robbers II" είναι του Hiro Yamagata



Κυριακή, Οκτωβρίου 11, 2015

IN BLOOM(DANCE SCENE)




 Ο χωρισμός, ο αποχαιρετισμός, η χαμένη αθωότητα. Η θλίψη είναι ο κύκλος, τα βήματα, η σκιά στο πρόσωπο. Τ'απλωμένα χέρια, υψωμένα, λυγισμένα, η έκφραση του σώματος. Τα σκουπισμένα δάκρυα, το ατάραχο βλέμμα, ανέκφραστο, πικρό. Ωστόσο ονειροπόλο, μα τόσο απελπισμένο. Ο εγκλωβισμός της ψυχής σ’αυτό το λυτρωμένο σώμα. Η σκέψη περιορισμένη στην περίμετρο του μυαλού, τα φυλακισμένα συναισθήματα. Η διαφυγή από τη φυλακή του προγραμένου μέλλοντος. Μέλλον χωρίς εκπλήξεις παραμένει πάντα παρόν. Αδιάφορο και ισοπεδωτικό. Δίχως εναγκαλισμούς ονείρων και ανιχνεύσεις ουτοπιών.


 Απογευματάκι Κυριακής. Λίγα ακόμα λόγια το βραδάκι.

Παρασκευή, Οκτωβρίου 09, 2015

IN BLOOM


 

Τώρα που ο χρόνος λιγοστεύει, τώρα που ζω εντός του μέλλοντός μου, μου αρκούν τα λίγα και ταχτικά.

Δευτέρα, Οκτωβρίου 05, 2015

Ο ΒΑΡΟΥΦΑΚΗΣ ΚΙ Ο ΚΑΜΠΟΥΡΑΚΗΣ(ΤΕΛΙΚΟ)


Ο Θανάσης Βαρουφάκης και ο Ντίνος Καμπουράκης ήταν φίλοι από μικρά παιδιά. Δεν τους χώριζαν πολιτικές πεποιθήσεις, ιδέες, σεξουαλικές προτιμήσεις, η κοινωνική τους θέση, η αισθητική προσέγγιση του κόσμου, η γνώση, τα βιβλία, οι ενδυματολογικές επιλογές, οι παρέες, οι φιλίες, η επαγγελματική αποκατάσταση, η οικογένεια, τα παιδιά. Υπήρχε, όμως, μια ουσιαστική, υπαρξιακή ας την ονομάσουμε, διαφορά μεταξύ των δύο φίλων. Ο Ντίνος Καμπουράκης ήταν ανύπαρκτος. Δεν υπήρχε.
Το γεγονός ότι ήταν ανύπαρκτος, δεν εμπόδισε τους κοινούς φίλους τους να καταδικάσουν την απουσία του Ντίνου Καμπουράκη από την κηδεία του Θανάση Βαρουφάκη. Επικριτικοί σε βαθμό μνησικακίας προς τον οιονεί απόντα Καμπουράκη αναθυμήθηκαν τις οικονομικές ευεργεσίες του Θανάση στο Ντίνο, τις αξέχαστες οινοποσίες τους, τη συντροφιά των οικογενειών τους, τις καλοκαιρινές διακοπές τους, τις πλάκες με τους φίλους, τα καυστικά τους σχόλια , την εξυπηρέτηση του Θανάση στον Ντίνο όταν  αντιμετώπιζε επαγγελματικές δυσκολίες, τις από κοινού μοιχείες τους. Εδώ χαμήλωναν οι τόνοι της συζήτησης. Εκ των δύο απόντων φίλων οι επικρίσεις στρέφονταν αναφανδόν στο Ντίνο, δίχως να βρεθεί κάποιος να τον υπερασπιστεί, λες και θα βεβήλωναν την μνήμη του Βαρουφάκη. Τούτων ούτως εχόντων τι ποιητέον; Κατέληξαν στο προφορικό ανακοινωθέν, ομοφώνως ψηφισθέν απ’ όλους τους παρευρισκομένους στη εξόδιο ακολουθία, ότι ο Ντίνος Καμπουράκης  καταδικάζεται στη λήθη.  

Ο πίνακας είναι του Δημήτρη Μυταρά